
Άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, έχουμε όλοι υποφέρει από την πιεστική πραγματικότητα που μπορεί να επιφέρει η ψηφιακή εποχή: εισερχόμενα emails, πιεστικά κείμενα, SMS και πολλά άλλα που καταφθάνουν ταυτόχρονα προς το μέρος μας. Ας μην αναφέρουμε τα Facebook και Instagram posts ή και οτιδήποτε άλλο προέρχεται από τον προσωπικό social media κόσμο μας. Δεδομένου της συνεχής παρουσίας που έχουν τα κινητά τηλέφωνα, αλλά και οι συναφής συσκευές, πλέον στις ζωές μας, οι άνθρωποι του σήμερα φαίνεται πως διαθέτουν μακράν περισσότερες ικανότητες για απορρόφηση και διαχείριση πληροφοριών σε σχέση με την εποχή προ τεχνολογίας.
Δεκαετίες πριν να αρχίσουν να μας απασχολούν ζητήματα που μπορεί να προκαλέσει η απόσπαση προσοχής κάθε είδους, ο γνωστικός επιστήμονας Herbert Simon, είχε προβεί σε αυτή την πρόωρη παρατήρηση: «Αυτό το οποίο καταναλώνουν οι πληροφορίες είναι η ίδια η προσοχή. Μια πληθώρα πληροφοριών μεταφράζεται σε ελάχιστα εναπομείναντα επίπεδα προσοχής»
Έπειτα, υπάρχουν και οι διαπροσωπικές σχέσεις οι οποίες μπορούν να υποφέρουν από την ίδια πραγματικότητα. Νιώσατε ποτέ την ανάγκη να ζητήσετε από ένα παιδί να αφήσει το κινητό του και να κοιτάξει στα μάτια το άτομο με το οποίο μιλάει; Η ανάγκη για συμβουλές όπως η προηγούμενη γίνεται ολοένα και συχνότερη καθώς οι ψηφιακές αποσπάσεις επεκτείνονται σιγά σιγά σε μια ολοκαίνουρια κατηγορία θυμάτων: βασικές ανθρώπινες δεξιότητες όπως είναι η ενσυναίσθηση και η κοινωνική παρουσία.
Η συμβολική σημασία που μπορεί να αποκτάται όταν κοιτάζουμε το άτομο με το οποίο μιλάμε στα μάτια, ή όταν σταματάμε οτιδήποτε άλλο κι αν κάνουμε προκειμένου να του μιλήσουμε, οφείλει την ύπαρξή της στο σεβασμό, την προσοχή και την αγάπη που υποδηλώνει. Η αδυναμία για διάθεση της απαραίτητης προσοχής για τα άτομα που βρίσκονται γύρω μας, έχει την τάση να στέλνει ένα μήνυμα αδιαφορίας. Τέτοιες κοινωνικές προδιαγραφές σχετικά με την προσοχή που δίνουν οι άνθρωποι μεταξύ τους, έχουν σιωπηλά και αναπόφευκτα μετατοπιστεί πλέον.
Και όμως, φαίνεται πως είμαστε αδιαπέραστοι από όλες τις παραπάνω «παρενέργειες της τεχνολογίας». Υπάρχουν πολλοί από τους κατοίκους του ψηφιακού κόσμου οι οποίοι εμφανίζονται υπερήφανοι για τις multitasking ικανότητές τους, ολοκληρώνοντας τη βασική τους δουλειά και παράλληλα ελέγχοντας όλες τις ειδοποιήσεις τους στα social media. Ωστόσο, σύμφωνα με επιτακτική έρευνα του πανεπιστημίου του Stanford, η παραπάνω ιδέα φαίνεται να αποτελεί απλά έναν μύθο, καθώς το ανθρώπινο μυαλό δεν διαθέτει ουσιαστική ικανότητα για multitasking μεταφέροντας απλά την προσοχή του γρήγορα από το ένα task (δουλειά) σε ένα άλλο (αστεία βίντεο, ειδοποιήσεις στα social media, επείγοντα SMS).
Όσο για τα tasks τα οποία απαιτούν τη πλήρη προσοχή μας, δεν φαίνεται να ισχύουν ακριβώς οι ίδιοι κανόνες όπως και παραπάνω για το multitasking. Αντιθέτως, απαιτούν μια ιδιαίτερα γρήγορη μετάβαση από το ένα task στο άλλο, και όπως και με κάθε μετάβαση, όταν η προσοχή μας επιστρέφει ξανά στο αρχικό της task, η δύναμή της εμφανίζεται σημαντικά μειωμένη. Μπορεί να χρειαστούν ακόμα και αρκετά λεπτά προκειμένου να αποκτηθεί ξανά η μέγιστη συγκέντρωση.
Το «κακό» φαίνεται να επεκτείνετε και στους υπόλοιπους τομείς της ζωή μας. Για παράδειγμα, η αδυναμία του ανθρώπου για φιλτράρισμα όλων εκείνων των αποσπάσεων από τη σημαντική εργασία που καλείται κάθε φορά να εκτελέσει, μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση σχετικά με το τι αποτελεί τελικά σημαντική προτεραιότητα, κάτι το οποίο κατά συνέπεια οδηγεί σε μείωση της ικανότητας για συγκράτηση εκείνων των πληροφοριών που έχουν μεγαλύτερη σημασία. Σύμφωνα με ευρήματα του Πανεπιστημίου του Stanford, οι multitaskers είναι και εκείνοι που είναι περισσότερο πιθανό για την προσοχή τους, γενικά να αποσπαστεί.
Ακόμα και όταν οι ίδιοι multitaskers αποφασίσουν πως πλέον θα επικεντρωθούν σε ένα και μόνο task που πρέπει να φέρουν εις πέρας, ο εγκέφαλός τους φαίνεται να ενεργοποιείται σε περισσότερες περιοχές από εκείνες που σχετίζονται με το συγκεκριμένο είδος δραστηριότητας. Μια κλασική νευρολογική ένδειξη που υποδηλώνει την απόσπαση προσοχής.
Στην άλλη όψη του νομίσματος, ο γνωστικός έλεγχος μας επιτρέπει τη συγκέντρωση σε έναν συγκεκριμένο στόχο ή δραστηριότητα, προβάλλοντας παράλληλα αντίσταση σε κάθε αποσπαστικό παράγοντα. Τέτοια υψηλά αλλά και σταθερά επίπεδα συγκέντρωσης κρίνονται απαραίτητα σε δουλειές όπως είναι για παράδειγμα εκείνες των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, όπου οι οθόνες μπορούν να γεμίζουν συνεχώς με ποικίλες πληροφορίες ικανές να αποσπάσουν την προσοχή τους ανά πάσα στιγμή.
Υπάρχουν όμως και καλά νέα για τους multitaskers: o γνωστικός έλεγχος είναι κάτι το οποίο μπορεί να ενδυναμωθεί. Από εθελοντές συμμετέχοντες ζητήθηκε να δοκιμάσουν 10-λεπτες συνεδρίες όπου καλούνταν να μετρήσουν τις ανάσες τους ή να ακολουθήσουν απλές δραστηριότητες όπως για παράδειγμα η πλογήση στο Huffington Post, το Snapchat ή το BuzzFeed.
Μόνον τρεις 10 λεπτες συνεδρίες καταμέτρησης της αναπνοής ήταν αρκετές για να αυξήσουν τα επίπεδα προσοχής των συμμετεχόντων σε μια σειρά από μετέπειτα από tests, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να παρουσιάζονται στους «heavy» multitaskers οι οποίοι τα είχαν πάει και χειρότερα στα αρχικά tests.
Εάν το multitasking σας οδηγεί σε απόσπαση προσοχής, μια άσκηση συγκέντρωσης όπως το μέτρημα της ανάσας μπορεί σίγουρα να σας βοηθήσει (τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα). Ωστόσο, δεν υπάρχουν ενδείξεις πως η συγκεκριμένη τόνωση στη συγκέντρωση δεν θα μπορούσε και να διαρκέσει για πολύ. Η βελτίωση επέρχεται ακριβώς μετά από την εκτέλεση της συγκεκριμένης άσκησης και έρχεται περισσότερο υπό τη μορφή προσωρινής παρά μιας περισσότερο μόνιμης κατάστασης. Το «κύκλωμα» λειτουργίας του εγκεφάλου που σχετίζεται με την συγκέντρωση και τη διατήρηση της προσοχής, φαίνεται πως χρειάζεται περισσότερο συνεχείς προσπάθειες προκειμένου να διατηρήσει τέτοιου είδους αλλαγές.
Κατά αυτό τον τρόπο, ακόμα και οι πρωτάρηδες του διαλογισμού είναι ικανοί να ακονίσουν τις ικανότητές τους όσον αφορά τη διατήρηση της προσοχής.
Για παράδειγμα, ερευνητές του πανεπιστημίου της California στη Santa Barbara ζήτησαν από εθελοντές να επικεντρωθούν για 8 λεπτά αποκλειστικά και μόνο στην αναπνοή τους, και ανακάλυψαν πως ακόμα και αυτή η μικρή περίοδος συγκέντρωσης, είχε τη δυνατότητα να ανακουφίσει τη λειτουργία του εγκεφάλου τους.
Παρόλο που το παραπάνω εύρημα παρουσιάζει ενδιαφέρον ακόμα και από μόνο του, τα υπόλοιπα που ακολουθούν εμφανίζονται ακόμα πιο συναρπαστικά. Οι ίδιοι ερευνητές ζήτησαν από τους εθελοντές να λάβουν μέρος στην ίδια άσκηση αναπνοής, μόνο που αυτή τη φορά θα διαρκούσε για 2 εβδομάδες. Οι εθελοντές θα έπρεπε να συνεχίσουν να συμμετέχουν κανονικά στις καθημερινές τους δραστηριότητες όπως το φαγητό, παράλληλα με τη άσκηση αναπνοής, για ένα σύνολο χρονικό διαστήματος των 6 ωρών. Η ενεργός ομάδα ελέγχου, είχε ως αποστολή να μελετήσει τη διατροφή κατά το ίδιο χρονικό διάστημα. Και σε αυτή την περίπτωση η άσκηση κατόρθωσε να βελτιώσει τα επίπεδα συγκέντρωσης και να χαλαρώσει το μυαλό.
Μια έκπληξη: οι παραπάνω ασκήσεις κατόρθωσαν επίσης να βελτιώσουν τη μνήμη που σχετίζεται με την εργασία, τη διατήρηση δηλαδή των πληροφοριών εντός του μυαλού έως ότου να μεταφερθούν στη μακροπρόθεσμη μνήμη. Επίσης, η διατήρηση της προσοχής είναι κρίσιμη για την απόδοση της μνήμης που σχετίζεται με την εργασία, καθώς εάν δίνουμε την απαραίτητη σημασία, οι πληροφορίες δεν θα έχουν τη δυνατότητα να αποτυπωθούν σε αυτή εξ’ αρχής.
Αυτού του είδους η εκπαίδευση για τη νοημοσύνη του μυαλού, φαίνεται πως συνέβαινε καθώς οι (μαθητές) συμμετέχοντες στην έρευνα βρίσκονταν ακόμα στο σχολείο. Η αύξηση στη δυνατότητά τους για διατήρηση της προσοχής ίσως να βοηθούν στην αποκάλυψη μιας ακόμα μεγαλύτερης έκπληξης: οι ασκήσεις νοημοσύνης φαίνεται να βοήθησαν τους μαθητές να επιτύχουν υψηλότερους βαθμούς στις εξετάσεις τους έως και κατά 30%.
Περισσοτερα αρθρα
ΣΕΚΕΕ: Πρώτος στόχος η προώθηση του ελληνικού οικοσυστήματος της καινοτομίας
Οι διαρροές της υπηρεσίας Twitter(Blue) για την υπηρεσία subscription, αποκαλύπτουν το όνομα, την τιμή και μια επιλογή «αναίρεση tweet»
Δέσμευση των εργαζομένων: τι είναι και ποια η σημασία της για την επιχείρησή σας